seducción
From LSJ
Spanish > Greek
αἱμυλία, ἀπαγωγή, ἀπάτη, ἀπάτησις, ἀποφορά, ἁφή, βουκόλησις, γοητεία, γοήτευμα, δελεασμός, δελήτιον, δέλος, διαφθορά, διαφθορή, ἠπερόπευμα, θέλγητρον, μαγγάνευμα, οἰκοφθορία, ὄλεθρος, παραγωγή, ὑπονόθευσις, ὑποφθορά, φθορά, φθορή