ἑβδομεύομαι

Revision as of 16:03, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

English (LSJ)

Pass., of children, receive a name at seven days of age, as was customary, Lys.Fr.95 S.

Spanish (DGE)

recibir nombre el séptimo día los niños Lys.Fr.95S., Hsch.s.u. ἑβδομευόμενα.

Greek (Liddell-Scott)

ἑβδομεύομαι: παθ. ἐπὶ τῶν νηπίων, λαμβάνω ὄνομα κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν μετὰ τὴν γέννησις, ὡς ἦτο συνήθεια, Λυσ. παρ’ Ἁρπ.

Greek Monolingual

ἑβδομεύομαι (Α)
(για νήπιο) παίρνω το όνομά μου επτά ημέρες μετά τη γέννησή μου.