ἀντίληξις

Revision as of 17:50, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

English (LSJ)

εως, ἡ, motion for a new trial, D.39.38; cf. ἀντιλαγχάνω.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ jur. recurso D.39.38.

German (Pape)

[Seite 254] ἡ, Gegenklage, s. ἀντιλαγχάνω.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action reconventionnelle.
Étymologie: ἀντιλαγχάνω.

Russian (Dvoretsky)

ἀντίληξις: εως ἡ встречная жалоба Dem.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίληξις: -εως, ἡ, ἀντέγκλησις ἢ ἔφεσις πρὸς ἀναθεώρησιν τῆς δίκης ἢ πρὸς νέαν διαιτησίαν, Δημ. 1006. 14· ἴδε ἐν λ. ἀντιλαγχάνω.

Greek Monolingual

ἀντίληξις, η (Α)
η έφεση για αναθεώρηση της δίκης.

Greek Monotonic

ἀντίληξις: -εως, ἡ (ἀντιλαγχάνω), κίνηση, αίτηση για νέα διαιτησία, σε Δημ.

Middle Liddell

ἀντιλαγχάνω
a motion for a new arbitration, Dem.