-ύακος, ὁ, ΜΑάλλη ονομασία του ψαριού ρόμβοςμσν.-αρχ.είδος οσπρίου.[ΕΤΥΜΟΛ. < σῦς «χοίρος» + επίθημα -αξ, που απαντά συχνά σε ονόματα ζώων (πρβλ. δέλφ-αξ)].
-ακος See also: s. συαγρίς
[ῡ], ὁ, eine Bohnenart, Saubohnen (?), B.A. 1420.