σφαιρῖτις

Revision as of 16:55, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

κυπάρισσος, ἡ, a kind of cypress, so called from its globular fruit, Gal.12.418.

Greek (Liddell-Scott)

σφαιρῖτις: κυπάρισσος, ἡ, εἶδος κυπαρίσσου οὕτω καλουμένης ἐκ τοῦ σφαιροειδοῦς καρποῦ αὐτῆς, «σφαιρίτιδος φύλλα· καλεῖται δὲ σφαιρῖτις, ἡ τὰ σφαιρία φέρουσα κυπάρισσος» Γαλην. τῶν Κατὰ τόπους 1 [σ. 159, 1].

Greek Monolingual

-ίτιδος, ἡ, Α
είδος κυπαρισσιού που καλείται έτσι λόγω του σφαιροειδούς καρπού του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + επίθημα -ῖτις (πρβλ σελην-ῖτις), πιθ. λόγω του σφαιρικού σχήματος τών καρπών του δένδρου].

German (Pape)

fem. zu σφαιρίτης.