στήδην

Revision as of 16:20, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")

English (LSJ)

Adv. = στάδην, by weight, Nic.Al.327.

German (Pape)

[Seite 940] adv., = στάδην 2, nach dem Gewicht, zugewogen, Nic. Al. 327.

French (Bailly abrégé)

adv.
au poids.
Étymologie: ἵστημι, -δην.

Greek (Liddell-Scott)

στήδην: Ἐπίρρ. = στάδην ΙΙ, κατὰ τὸ βάρος, «μὲ τὸ ζύγι», Νικ. Ἀλεξιφ. 327.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. με το ζύγι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Το επίρρ. έχει σχηματιστεί από το θ. στη- του ἵστημι με επιρρμ. κατάλ. -δην (πρβλ. στάδην)].

Greek Monotonic

στήδην: επίρρ. = στάδην II, κατά το βάρος, με το ζύγι.

Middle Liddell

= στάδην II]
by weight.