ὑπομνεία
English (LSJ)
ἡ, remembrance, ὑπομνείας χάριν CIG2032 (Thrace).
Greek Monolingual
ἡ, Α
υπόμνηση, υπενθύμιση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + μνεία «υπόμνηση, υπενθύμιση»].
ἡ, remembrance, ὑπομνείας χάριν CIG2032 (Thrace).
ἡ, Α
υπόμνηση, υπενθύμιση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + μνεία «υπόμνηση, υπενθύμιση»].