διατηρέω

Revision as of 09:34, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_22)

English (LSJ)

Boeot. δια-τᾱρέω Supp.Epigr.1.132.8 (ii B. C.), but Dor. δια-τηρέω SIG541A4:—

   A watch closely, observe, Pl.Lg.836d (v.l.), Arist. HA612b28; δ. μή τι πάθωσι D.9.20.    2 maintain, τὴν ἐλευθερίαν Decr. ap. D.18.184; τὴν τάξιν Decr.ib.37; τὸ πρέπον Arist.EN1178a13; τὰ τοῦ βίου δίκαια Men.637; τὴν πόλιν καὶ τὴν ἑαυτῶν πίστιν Plb.1.7.7; τὴν εὔνοιαν IG12(7).506; τὴν ἀφθαρσίαν Phld.D.3Fr.19, etc.:—Med., -εῖται τὸν καιρόν observes, ib.Fr.77:—Pass., ὅταν διατηρηθῶσιν οἱ νόμοι τῇ πόλει Aeschin.3.6; ἀλειτούργητος -τηρείσθω ἡ θεία φύσις Epicur.Ep.2p.42U.    3 with predicates, βοῦς ἐννέα ἔτη δ. ἀνοχεύτους Arist.HA595b18; ἀβλαβές δ. Plb.7.8.7; ἀφλυκταίνωτα δ. τὰ μέρη Dsc.5.156; δ. τὸν πόλεμον Plu.Dio33.    4 δ. ἑαυτὸν ἔκ τινος keep oneself from... Act.Ap.15.29.

German (Pape)

[Seite 606] 1) bewahren, erhalten; τὴν τάξιν Dem. 18, 37; νόμους Aesch. 3, 6; τῇ πατρίδι τὴν εἰρήνην Pol. 7, 8, 4, u. öfter; auch πόλεμον, fortsetzen, Plut. Dion. 33. – 2) genau auf etwas achten, μή τι πάθωσι Dem. 9, 20; beachten, τί, Plat. Legg. VIII, 836 c.

Greek (Liddell-Scott)

διατηρέω: φυλάττω μετὰ προσοχῆς, προσέχω, Πλάτ. Νόμ. 836C, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 9. 7, 3, κτλ.· δ. μή τι πάθωσι Δημ. 115. 26. 2) τηρῶ πιστῶς, διαφυλάττω, δ. ἐλευθερίαν ὁ αὐτ. 290. 10· τὴν τάξιν, ψήφισμα παρὰ τῷ αὐτῷ, 238. 9· τοὺς νόμους Αἰσχίν. 54. 28· τὸ πρέπον Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 8, 1· τὰ τοῦ βίου δίκαια Μένανδ. Ἀδήλ. 132. 3) φυλάττω κατὰ τὴν διάρκειαν χρόνου τινός, βοῦς ἐννέα ἔτη διατηροῦσιν ἀνοχεύτους Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 8. 7. 3· ἀβλαβὲς δ. Πολύβ. 7. 8, 7· ― δ. τὸν πόλεμον Πλούτ. Δίωνι 33. 4) δ. ἑαυτὸν ἔκ τινος, φυλάττειν ἑαυτὸν ἀπὸ…, Πράξ. Ἀποστ. ιε΄, 29.