συμβουλή

Revision as of 11:29, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_9)

English (LSJ)

ἡ,= συμβουλία, Hdt.1.157,3.1, Pl.Phdr.260d, Call. in Διηγήσεις vii 19, etc.: prov., ἱερὸν συμβουλή

   A counsel is a sacred thing, Ar.Fr.33 (v. ἱερός IV. 11): pl., συμβουλὰς συμβουλεύειν Pl.Grg.520d, cf. Din.1.47.    II deliberation, debate, εἰς σ. τοὺς φίλους παρακαλεῖν Pl.Prt.313a; σ. πολιτικῆς ἀρετῆς a debate on it, ib.322e; ὅταν περί τινος σ. ᾖ Id.Grg.455c; ἕνεκά τινος Id.Lg. 942a.

German (Pape)

[Seite 980] ἡ, = συμβουλία, Rath, Berathung, ἔγνωσαν συμβουλῆς πέρι ἐς θεὸν ἀνῷσαι, Her. 1, 157; ὅταν στρατηγῶν αἱρέσεως πέρι συμβουλὴ ᾖ, Plat. Gorg. 455 c; εἰς συμβουλὴν τοὺς φίλους παρακαλεῖν, Prot. 313 a; συμβουλὰς συμβουλεύειν, Gorg. 520 d; ἱερὰ συμβουλὴ λεγομένη, Ep. V, 321 c, wie Xen. An. 5, 6, 4, vgl. Luc. rhet. praec. 1; Hesych. sagt ἐπὶ τοῦ ὅτι δεῖ καθαρῶς συμβουλεύειν.

Greek (Liddell-Scott)

συμβουλή: ἡ, = συμβουλία, Ἡρόδ. 1. 157, Ξεν. Ἀν. 5. 6, 4, Πλάτ., κλπ.· ― παροιμ., ἱερὸν συμβουλή, ἡ συμβουλὴ εἶναι ἱερὸν πρᾶγμα, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 104, πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 321C· ― πληθ., συμβουλὰς συμβουλεύειν ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 520D, κ. ἀλλ. Ι. σύσκεψις, συζήτησις, εἰς ξ. παρακαλεῖν τινα ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 313Α· ξ. πολιτικῆς ἀρετῆς, συζήτησις περὶ πολ. ἀρετῆς, αὐτόθι 322Ε· ὅταν περί τινος ξ. ᾖ ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 455C· ἕνεκά τινος ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 942Α· εἰς ξ. καλεῖν τινας ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 313Α.