A dig for silver, D.S.5.36, Str.3.2.9.
ἀργῠρεύω: σκάπτω πρὸς εὕρεσιν ἀργύρου, Διόδ. 5. 30, Στράβ. 147.
exploiter une mine d’argent.Étymologie: ἄργυρος.