ξυνάων,
A v. ξυνήων.
[Seite 282] ᾶνος, ὁ, = Folgdm (vgl. μεγιστάν); ξυνᾶνα Μαγνήτων σκοπόν, Pind. N. 5, 27.
ξῡνάν: ξῡνάων, ἴδε ἐν λ. ξυνήων.
ξυνάν v. ξυνάων.