χρυσογραφής
English (LSJ)
ές,
A gold-embroidered, ἐμβάδες Callix.2.
German (Pape)
[Seite 1380] ές, 1) goldgestreift, goldgestickt, v. l. von χρυσοβαφής. – 2) mit goldenen Buchstaben geschrieben, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσογρᾰφής: -ές, χρυσοκέντητος, ἐμβάδες Καλλίξεν. παρ’ Ἀθην. 200D.
Greek Monolingual
-ές, Α
χρυσοκέντητος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -γραφής (< γραφή < γράφω), πρβλ. μελαγ-γραφής].