Κυθηροδίκης
English (LSJ)
[ῐ], ου, ὁ, Spartan magistrate sent annually to govern the island of Cythera, Th.4.53, BSA27.228 (Sparta, ii A.D.).
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
juge pour Cythère, titre d'un magistrat à Sparte.
Étymologie: Κύθηρα, δίκη.
Russian (Dvoretsky)
Κῠθηροδίκης: ου (ῐ) ὁ уполномоченный по делам острова Киферы (в Спарте) Thuc.
Greek (Liddell-Scott)
Κυθηροδίκης: -ου, ὁ, Σπαρτιάτης ἁρμοστὴς ἐτησίως πεμπόμενος πρὸς διοίκησιν τῶν Κυθήρων, Κυθ. ἀρχὴ Θουκ. 4. 53.
Greek Monotonic
Κυθηροδίκης: -ου, ὁ, Σπαρτιάτης άρχοντας τον οποίο έστελναν κάθε χρόνο για να κυβερνήσει το νησί των Κυθήρων, σε Θουκ.
Middle Liddell
Κυθηρο-δίκης, ου,
a Spartan magistrate sent annually to govern the island of Cythera, Thuc.