Συροφοῖνιξ

English (LSJ)

ῑκος, ὁ, Syro-Phoenician, Luc.Deor.Conc.4, cf. Juv.8.159:—fem. Συροφοίνισσα, Ev.Marc.7.26.

Russian (Dvoretsky)

Σῠροφοῖνιξ: ῑκος ὁ сирофиникиец, т. е. житель Финикии Luc.

Greek (Liddell-Scott)

Σῠροφοῖνιξ: -ῑκος, ὁ, ὁ ἐκ Φοινίκης τῆς Συρίας, διότι ὑπῆρχον καὶ Φοίνικες τῆς Λιβύης, Λουκ. Θεῶν Ἐκκλησ. 4, πρβλ. Ἰουβεν. 8. 159· ― Σῠροφοίνισσα, Εὐαγγ. κ. Μάρκ. ζϳ, 26.

Greek Monotonic

Σῠροφοῖνιξ: -ῑκος, ὁ, αυτός που κατάγεται από τη Φοινίκη της Συρίας, καθώς υπήρχαν και Φοίνικες της Λιβύης, σε Λουκ.· θηλ. Συροφοίνισσα, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

Σῠρο-φοῖνιξ, ῑκος,
a Syro-phoenician, Luc.: fem. Συροφοίνισσα, NTest.