Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
(I)λέγω «λόγια του αέρα», φλυαρώ.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αερολόγος.ΠΑΡ. αερολόγημα].(II)(-έω)Ι. ενεργ. εκθέτω κάτι στον αέρα, αερίζω