Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ανάποινος
Greek Monolingual
ἀνάποινος, -ον (Α) αυτός που παραχωρείται ή που επιστρέφεται χωρίςλύτρα ή χωρίς δώρα (το ουδ. χρησιμοποιείται μόνο μία φορά, Ιλ. Α 99, σαν επίρρ.). [ΕΤΥΜΟΛ.<ἀν- στερ. +ἄποινα «δώρα, λίτρα» <ποινή.