ἀποκαθεύδω (Α)1. κοιμάμαι ακόμη, συνεχίζω να κοιμάμαι2. κοιμάμαι κάπου αλλού, όχι στο σπίτι μου3. (για γυναίκα χωρισμένη) κοιμάμαι με άλλον4. αδιαφορώ για κάτι.