1. (για τους μαστούς) γεμίζω με γάλα («αρχινάει να γαλατώνει η γίδα»)2. (για τα σιτηρά πριν από την ωρίμανση) αποκτώ γαλακτώδη σύσταση («γαλάτωσαν τα στάχυα»)3. ασβεστώνω, ασπρίζω.