φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits
κ. -χτώ (Μ ἀποκτῶ, -άω)κάνω κτήμα μου κάτινεοελλ.αποκτώ παιδί, γεννώμσν.γνωρίζω κάτι, εξοικειώνομαι με κάτι.