Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
γύλος
Greek Monolingual
ο 1.ονομασία του τελεόστεου ψαριού Κόρις η ιουλίς 2. αλιευτικό εργαλείο, ομοίωμα γύλου με κρυμμένο αγκίστρι. [ΕΤΥΜΟΛ.<αρχ.γύλος, του οποίου την ύπαρξη πιστοποιεί το αρχ. υποκορ. γυλίσκος, που μαρτυρείται στον Ησύχιο].