Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ημιμελία
Greek Monolingual
η ιατρ.συγγενήςδιαμαρτία διαπλάσεως που χαρακτηρίζεται από απουσία ή ατελή ανάπτυξη του περιφερειακού τμήματος ενός ή περισσότερων άκρων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hemimelia<hemi- (πρβλ. ημι-) +melia (πρβλ. μέλος)].