ταζωολ. άλλη ονομασία τών σπονδυλοζώων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. craniota < crani(o)- (< μσν. λατ. cranium < κρανίον) + κατάλ. -ota)].