Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
λιπογένεση
Greek Monolingual
η φυσιολ. η παραγωγή λιποσωμάτων στους ζώντες οργανισμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. lipogenesis< νεολατ. lipogenesis<lip(o)-(<λίπος) +genesis (<γένεση)].