Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
μουσικότητα
Greek Monolingual
η 1. η ιδιότητα του μουσικού, του ευχάριστου στην ακοή, μελωδικότητα 2. η μουσικήαντίληψη 3. η αρμονικότητα σε κάθε καλλιτεχνική εκδήλωση. [ΕΤΥΜΟΛ.<μουσικός. Η λ., στον λόγιο τ. μουσικότης, μαρτυρείται από το 1879 στον Χρυσοσθ. Βαλασσίδη].