νερόμυλος

Greek Monolingual

ο
1. μύλος άλεσης δημητριακών που κινείται με τη δύναμη τρεχούμενου νερού, υδρόμυλος
2. το οικοδόμημα που στεγάζει την εγκατάσταση αυτή.