Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
νυκτωδία
Greek Monolingual
η 1. νυχτερινό τραγούδι 2.μουσ.είδος μουσικής σύνθεσης με βραδύ ρυθμό, γλυκιά και μελαγχολική, αλλ. νοτούρνο. [ΕΤΥΜΟΛ.<νύκτα+ -ωδία (< -ωδός<ᾠδή). Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδαΑκρόπολις].