Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

νοτούρνο

From LSJ

Μία χελιδὼν ἔαρ οὐ ποιεῖ → One swallow does not a summer make

Aristotle, Nicomachean Ethics, 1098a18

Greek Monolingual

το
μουσ. μελαγχολική μουσική σύνθεση με αργό ρυθμό που εκτελείται συνήθως τη νύχτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. notturno «νυχτερινός, νυχτερινό τραγούδι» < λατ. nocturnus «νυχτερινός» < λατ. nox, noctis «νύχτα»].