Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ξιφίδα
Greek Monolingual
και ξιφίς, η μικρό εγχειρίδιο με λαβή και με κοντή, αιχμηρή και αμφίστομη συνήθωςλεπίδα, το οποίο έφεραν οι Ρωμαίοι και οι ιππότες κατά τον μεσαίωνα. [ΕΤΥΜΟΛ.<ξίφος+ κατάλ. -ις -ίδα (πρβλ. λεπίδα)].