Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
οδοντόλιθος
Greek Monolingual
ο 1.στρώμα λιθώδους ιζήματος που σχηματίζεται γύρω από τα δόντια 2. απολιθωμένο οστό ή δόντι ή κόκαλο που αποτελείται από φωσφορικό απατίτη, έχει κυανό χρώμα και μοιάζει πολύ με το τυρκουάζ, αλλ. οστεοτυρκουάζ ή απολιθωμένο τυρκουάζ.