πάνθυτος
English (LSJ)
πάνθυτον, celebrated with full sacrifices, θεῶν θέσμια S.Aj.712 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 460] allverehrt, mit allen Opfern gefeiert, Soph. Ai. 711, Schol. πάνσεπτος.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
que l'on célèbre par des sacrifices de toute sorte, tout auguste.
Étymologie: πᾶν, θύω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πάνθυτος -ον [πᾶς, θύω] met alle offers:. θεῶν... πάνθυτα θέσμια riten met alle offers voor de goden Soph. Ai. 712.
Russian (Dvoretsky)
πάνθῠτος: прославляемый всяческими жертвоприношениями, т. е. священный (θεῶν θέσμια Soph.).
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που εορτάζεται με κάθε είδους θυσίες, ο σεβαστός από όλους («θεῶν δ' αὖ πάνθυτα θέσμι' ἐξήνυσ'«, Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -θυτος (< θύω), πρβλ. πολύθυτος].
Greek Monotonic
πάνθῠτος: -ον (θύω), εορταζόμενος με όλα τα είδη των θυσιών, σε Σοφ.
Greek (Liddell-Scott)
πάνθῠτος: -ον, ὁ ἑορταζόμενος διὰ παντὸς εἴδους θυσιῶν, θεῶν θέσμια Σοφ. Αἴ. 712.
Middle Liddell
πάν-θῠτος, ον, [θύω]
celebrated with all kinds of sacrifices, Soph.