-ή, -όαυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε ολόκληρο το έθνος ή αυτός που γίνεται με τη συμμετοχή ολόκληρου του έθνους («πανεθνικός εορτασμός»).[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + εθνικός. Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Άστυ].