σκορπιανός

English (LSJ)

σκορπιανή, σκορπιανόν, born under or belonging to Scorpio, οἱ σ. Antioch.Astr.in Cat.Cod.Astr.7.112; σ. κλίμα Harp. Astr.ib.8(3).138.

German (Pape)

[Seite 904] im Zeichen des Skorpions geboren.

Greek (Liddell-Scott)

σκορπιανός: -ή, -όν, ὁ γεννηθεὶς ὑπὸ τὸν ἀστερισμὸν τοῦ Σκορπίου, Βασίλ.· πρβλ. κριανός.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
αστρολ. γεννημένος στον αστερισμό του Σκορπιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκορπιός «αστερισμός» + επίθημα -ιανός (πρβλ. ταυριανός)].