Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
σφύρνα
Greek Monolingual
η, Ν ζωολ.γένος σελάχιων χονδροϊχθύων της οικογένειας σφυρνίδες, γνωστό είδος του οποίου είναι η Sphyrna zygaena, κν. πατερίτσα. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. αντί του σφύραινα με αποβολή του -αι-].