Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
το, Ν» 1. πλαίσιο πάνω στο οποίο τεντώνουν το ύφασμα του κεντήματος2. πλαίσιο για θύρα ή παράθυρο, περβάζι3. ξύλινο ή πλαστικό κιβώτιο για την τοποθέτηση λαχανικών.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. telaro].