τετραώνυμος

English (LSJ)

τετραώνυμον, having four names, of the Moon-goddess, PMag.Par.1.2560.

Greek (Liddell-Scott)

τετραώνυμος: ἐπίθετον Σελήνης, ἡ ἔχουσα τέσσαρα ὀνόματα, Ὕμν. ἐν Miller Mél. de liter. gr. σελ. 453· ὡσαύτως παρὰ Πρισκιανῷ 580Ρ.

Spanish

que tiene cuatro nombres

Greek Monolingual

-ον, Α
(για τη Σελήνη) αυτή που έχει τέσσερεις επωνυμίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -ώνυμος (< ὄνυμα, αιολ. τ. του ὄνομα), πρβλ. τρι-ώνυμος. Το -ω- του τ. οφείλεται σε έκταση λόγω συνθέσεως].

Léxico de magia

-ον que tiene cuatro nombres de Hécate-Selene-Ártemis γεννᾷς γὰρ σὺ πάντα ἐπὶ χθονὸς, ... φαέθουσα καὶ αὐγάζουσα Σελήνη, ... τετραώνυμε pues tú creas todo en la tierra, radiante y resplandeciente Selene, que tienes cuatro nombres P IV 2560 τοὔνεκα σε κλῄζουσι Ἑκάτην, ..., τετραπρόσωπε θεά, τετραώνυμε por ello te llaman Hécate, diosa de cuatro caras, que tienes cuatro nombres P IV 2818