Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
τυπολατρία
Greek Monolingual
η, Ν η ιδιότητα του τυπολάτρη, η υπερβολική προσήλωση στους τύπους εις βάρος της ουσίας. [ΕΤΥΜΟΛ.<τυπολάτρης. Ένας τ. τυπολατρεία (<τύπος+λατρεία) μαρτυρείται από το 1888 στον Εμμ. Ροΐδη].