η, ον, = φορτικός 1, πλοῖον Sch.Ar.Av.599.
φόρτιμος: -η, -ον, = φορτικὸς Ι, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 599.
-ίμη, -ον, Αφορτικός, αυτός που χρησιμοποιείται για μεταφορές.[ΕΤΥΜΟΛ. < φόρτος + κατάλ. -ιμος (πρβλ. νόστιμος)].