χρυσεομίτρης
English (LSJ)
χρυσεομίτρου, ὁ, = χρυσομίτρης, AP9.524.23:—fem. χρυσεομίτρα, Melinno ap.Stob.3.7.12.
German (Pape)
[Seite 1379] ὁ, = χρυσομίτρης; so heißt Bacchus im Hymnus (IX, 524); πίναξ Ath. IV, 130.
Russian (Dvoretsky)
χρῡσεομίτρης: Anth. = χρυσομίτρης.
Greek (Liddell-Scott)
χρῠσεομίτρης: -ου, ὁ, = χρυσομίτρης, Ἀνθ. Π. 9. 524· - χρυσεομίτρα, Μελιννὼ Λεσβία παρὰ Στράβ. 87. 19.
Greek Monolingual
και δωρ. τ. χρυσεομίτρας, ὁ, θηλ. χρυσεομίτρα, Α
βλ. χρυσομίτρης.
Greek Monotonic
χρῡσεομίτρης: -ου, ὁ (μίτρα), = χρισομίτρης, σε Ανθ.
Middle Liddell
χρῡσεο-μίτρης, ου, ὁ, μίτρα = χρυσομίτρης, Anth.]