детский
Russian > Greek
ἀταλός, βρεφικός, βρεφοπρεπής, βρεφῶδες, βρεφώδης, ἔμβρεφος, ἰσόπαις, μειρακιῶδες, μειρακιώδης, νηπίαχος, νηπιαχῶδες, νηπιαχώδης, νηπίεος, νηπιοπρεπής, νήπιος, νηπιόφρων, νηπύτιος, παιδαρικός, παιδαριῶδες, παιδαριώδης, παιδεῖος, παίδειος, παιδικός, παιδνός