остаток
Russian > Greek
ζώπυρον, περισσά, περιττά, λοιπόν, λεῖμμα, λείψανον, ἐγκατάλειμμα, ἀπόλειμμα, κατάλειμμα, περίλειμμα, ὑπόλειμμα, κατάλοιπον, παραιώρησις, ἔναυσμα, ἴχνιον, ἴχνος
ζώπυρον, περισσά, περιττά, λοιπόν, λεῖμμα, λείψανον, ἐγκατάλειμμα, ἀπόλειμμα, κατάλειμμα, περίλειμμα, ὑπόλειμμα, κατάλοιπον, παραιώρησις, ἔναυσμα, ἴχνιον, ἴχνος