ἀπομύζουρις

English (LSJ)

ιδος, ἡ, fellatrix (Rev. Supp.) Com.Adesp.1352.

Spanish (DGE)

-ιδος, ἡ chupa-colas, felatriz, Com.Adesp.1352.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπομύζουρις: -ιδος, ἡ, ἡ γλωττοδεψοῦσα, ἐπὶ αἰσχρᾶς γυναικὸς ἀπομυζώσης, θηλαζούσης, τὴν οὐράν, ἤτοι τὸ αἰδοῖον τοῦ ἀνδρός, Κωμ. Ἀνωνυμ. 107.

Translations

fellatrix

Arabic: لَاعِقَةُ القَضيب; Finnish: suihinottaja; French: fellateuse; German: Schwanzlutscherin; Greek: τσιμπουκλού; Ancient Greek: αἰσχρολοιχός, αἰσχροποιός, ἀπομύζουρις, ἀρρητοποιός, κακοστόματος, λαικάστρια, μύζουρις; Latin: fellatrix; Russian: минетчица, хуесоска; Spanish: feladora, felatriz; Swedish: kuksugerska