μύζουρις

From LSJ
Cicero, Tusculanarum Disputationum, I.45.109
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μύζουρις Medium diacritics: μύζουρις Low diacritics: μύζουρις Capitals: ΜΥΖΟΥΡΙΣ
Transliteration A: mýzouris Transliteration B: myzouris Transliteration C: myzouris Beta Code: mu/zouris

English (LSJ)

ἡ, (οὐρά) = fellatrix, headmouth, cocksucker, blowjober, blower, sperm hoover Com.Adesp.1352.

Greek Monolingual

μύζουρις, -ιδος, ἡ (ΑΜ)
(κωμική λ.) πόρνη που πιπιλίζει την «ουρά», το πέος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μυζ- του μύζω (ΙΙ) «πιπιλίζω, ρουφώ» + οὐρά.

Greek (Liddell-Scott)

μυζουρίς: -ίδος, ἡ, (οὐρὰ) λέξις αἰσχρά, = πόρνη, Λατ. fellatrix, Κωμ. Ἀνώμ. 106.

Translations

fellatrix

Arabic: لَاعِقَةُ القَضيب; Finnish: suihinottaja; French: fellateuse; German: Schwanzlutscherin; Greek: τσιμπουκλού; Ancient Greek: αἰσχρολοιχός, αἰσχροποιός, ἀπομύζουρις, ἀρρητοποιός, κακοστόματος, λαικάστρια, μύζουρις; Latin: fellatrix; Russian: минетчица, хуесоска; Spanish: feladora, felatriz; Swedish: kuksugerska