ἅσσα

French (Bailly abrégé)

v. ἅττα.

English (Autenrieth)

ἅτινα.

Greek Monotonic

ἅσσα:I. Ιων. αντί ἅτινα, ουδ. πληθ. του ὅστις, τα οποία, εκείνα τα οποία, ό,τι, οτιδήποτε, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. II.ἄσσα, Ιων. αντί τινά, μερικά, ὁπποῖ' ἄσσα, τι λογής; σε Ομήρ. Οδ.· πόσ' ἄττα; σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἅσσα: ион. = ἅττα.

German (Pape)

att. ἅττα, = ἅτινα, Hom. Il. 1.554, 9.367, 10.208, 409, 20.127, Od. 5.188, 7.197, 11.74; Her. 1.47.