[Seite 356] ορος, ὁ, = Vorigem, Dosiad. ar. 2 (XV, 26).
ὀπάτωρ, -ορος, ὁ (Α)ομοπάτωρ.[ΕΤΥΜΟΛ. < αθροιστικό πρόθημα ὀ (Ι)- + -πάτωρ (< πατήρ), πρβλ. ομοπάτωρ.
ὀπάτωρ: ορος ὁ и ἡ Anth. = ὄπατρος.