ὀπωροθήκη

English (LSJ)

ἡ, fruit-room, Varro RR1.59.

German (Pape)

[Seite 365] ἡ, Obstbehältniß, Ort zum Aufbewahren des Obstes, Varro.

Greek (Liddell-Scott)

ὀπωροθήκη: ἡ, ἀποθήκη καρπῶν, Varro. R. R. 1. 59.

Greek Monolingual

ὀπωροθήκη, ἡ (Α)
αποθήκη όπου φυλάγονται εδώδιμοι καρποί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπώρα + θήκη.