3,274,216
edits
(31) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και δωρ. τ. πεδητάς, ὁ, Α [[πεδῶ]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεσμεύει κάποιον, [[δεσμευτής]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που κωλύει, εμποδίζει κάποιον. | |mltxt=και δωρ. τ. πεδητάς, ὁ, Α [[πεδῶ]]<br /><b>1.</b> αυτός που δεσμεύει κάποιον, [[δεσμευτής]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> αυτός που κωλύει, εμποδίζει κάποιον. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''πεδητής:''' -οῦ, ὁ ([[πεδάω]]), αυτός που δημιουργεί εμπόδια, σε Ανθ. | |||
}} | }} |