retirada
Spanish > Greek
ἀναδρομή, ἀνάκλησις, ἀνακλητικόν, ἀναστροφή, ἀναφορά, ἀναχώρησις, ἀπαγωγή, ἀπέλασις, ἀπόβασις, ἀποπορεία, ἀπόστασις, ἀποχώρησις, ἄφοδος, διάκλισις, ἔκκλιμα, ἔνδομα, ἐξαίρεσις, τὸ ἀνακλητικόν
ἀναδρομή, ἀνάκλησις, ἀνακλητικόν, ἀναστροφή, ἀναφορά, ἀναχώρησις, ἀπαγωγή, ἀπέλασις, ἀπόβασις, ἀποπορεία, ἀπόστασις, ἀποχώρησις, ἄφοδος, διάκλισις, ἔκκλιμα, ἔνδομα, ἐξαίρεσις, τὸ ἀνακλητικόν