ἔνδομα

From LSJ

οὖρος ὀφθαλμῶν ἐμῶν αὐτῇ γένοιτ' ἄπωθεν ἑρπούσῃ → let a fair wind be with her as she goes from my sight, let her go as quick as may be

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνδομα Medium diacritics: ἔνδομα Low diacritics: ένδομα Capitals: ΕΝΔΟΜΑ
Transliteration A: éndoma Transliteration B: endoma Transliteration C: endoma Beta Code: e)/ndoma

English (LSJ)

-ατος, τό, (ἐνδίδωμι) diminution of fever, Gal.19.398.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
abandono, retirada de la fiebre πυρετὸς συνεχής ... ἀνέσεις δὲ καὶ ἐνδόματα καὶ παροξυσμοὺς ἐπιφέρων Gal.19.398.

German (Pape)

[Seite 835] τό, das Nachlassen des Fiebers, Gal.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνδομα: τό, (ἐνδίδωμι) ἐλάττωσις πυρετοῦ, Γαλην.

Greek Monolingual

ἔνδομα, το (Α)
η ύφεση ή ελάττωση του πυρετού.