ἀπόστασις
English (LSJ)
ἀποστάσεως, ἡ, (ἀφίστημι)
A causing to revolt, συμμάχων Th.1.122; Ἰώνων ἀπὸ τῆς Λακεδαιμονίων συμμαχίας Arist.Ath.23.4.
B (ἀφίσταμαι) emanation, εἰδώλων ἀποστάσεις Epicur.Fr.320.
2 slackness, of bandages, Gal.18(2).806.
3 defection, revolt, ἀπό τινος Hdt.3.128; τὴν Κυπρίων ἀπόστασιν πρῆξαι Id.5.113; τὴν Αἰγύπτου ἀπόστασιν παρασκευάζεσθαι Id.7.4; ἀπόστασις ἐκ τῆς ξυμμαχίας Th.5.81; ἀπόστασις πρός τινα Id.1.75; διπλῆν ἀπόστασιν ἀποστήσεσθαι Id.3.13; ἀπόστασις τῶν Ἀθηναίων, for ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων, Id.8.5; but τὰς Μεσσηνίων ἀποστάσεις Pl.Lg.777c.
4 departure from, βίου E.Hipp. 277; separation of effect from cause, Procl.Inst.35; giving up, cession, ἀπόστασις τῶν κτημάτων D.19.146; desisting from, disuse of, φάσεως S.E.P.1.192; τῶν ἀπροαιρέτων Arr.Epict.4.4.39.
5 distance, ἁ ἀφ' ἡμῶν ἀπόστασις Archyt.1; ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀ. ᾗπερ . . Pl.Phd.111b; ἀπόστασιν ὅσην ἀφεστηκὼς γίγνεται Id.R.587d,cf.546b; ἐκ μικρᾶς ἀποστάσεως Arist.Aud.800b7; τῇ ἀπὸ τῆς γῆς ἀποστάσει Id.HA503a21; ἐκ τῶν ἀποστάσεων = according to their distances, Id.Cael.290b22; of time, κατὰ τὴν πρὸς τὸ νῦν ἀπόστασιν Id.Ph.223a5; ἐξ ἀποστάσεως = at a certain distance, Plb.3.114.3; ἐν ἀποστάσει Id.3.113.4, Phld.Herc.19.25; κατ' ἀποστάσεις Hanno Peripl.13.
6 Rhet., employment of detached phrases, Hermog.Id.1.10, Aristid.Rh.1p.462S., Philostr.VS1.9.1(pl.), Ep.73.
7 lapse, declension, Plot. 1.8.7,5.1.1.
II place where something is put away, repository, storehouse, Str.17.1.9, Philippid.14, Heraclid.Pol.72.
III Medic., suppurative inflammation, throwing off the peccant humours left by fever, etc., Hp.Epid.3.4(pl.), Aret.SD1.9, Aristid.Or.47(23).68.
2 of diseases, transition from one to another, Hp.Epid.1.6; στραγγουριώδης ἀπόστασις ib.3.1 ά.
3 lesion of continuity, Gal.18(2).820.
4 degree of heat, cold, etc., Id.11.561, al.
Spanish (DGE)
(ἀπόστᾰσις) ἀποστάσεως, ἡ
I c. idea de mov.
1 retirada, separación, defección c. gen. subjet. τῶν ξυμμάχων Th.1.122, cf. Aen.Tact.26.7, Pl.Mx.245c, τῆς Ποτειδαίας Th.1.57, (τῶν Κελτῶν) Plb.3.68.10
•c. gen. subjet. y rég. preposicional expresando separación Ἰώνων ἀπὸ τῆς ... συμμαχίας Arist.Ath.23.4, τῶν Ἀργείων ... ἐκ τῆς ξυμμαχίας Th.5.81
•c. sólo rég. preposicional ἀπὸ Ὀροίτεω Hdt.3.128, ἀποστήσεσθαι διπλῆν ἀπόστασιν, ἀπό τε ... ἀπό τε ... Th.3.13, ἀπὸ τῶν Καρχηδονίων Plb.1.70.9, cf. Plu.Galb.1
•c. rég. preposicional expresando la direcc. ἀποστάσεις πρὸς ὑμᾶς ἐγίγνοντο Th.1.75, οἱ δὲ φιλόσοφοι ... τὴν ἀπόστασιν ἐπὶ τοὺς ὠφελουμένους ποιούμ[ε] νοι Phld.Rh.2.160.20
•abs. αἴτιαι ... τῶν ἀποστάσεων Th.1.99, εἰκότως οὖν κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον τὴν ἀπόστασιν ποιοῦνται es natural que conforme a la recta razón (estos castigos) se batan en retirada, Corp.Herm.13.12
•esp. sublevación, revuelta, rebelión ἐβουλεύετο ἀπόστασιν Hdt.5.35, cf. 6.2, ποιεῖσθαι τὴν ἀπόστασιν Plb.11.28.1, οὐχ οἶον παρακλήσεως πρὸς τὴν ἀπόστασιν ... ἐδεήθησαν Plb.1.72.4, εἰς ἀπόστασιν καὶ πόλεμον ἐμβαλοῦσα Plu.2.825d, οὔσης ἀποστάσεως UPZ 7.13 (II a.C.)
•c. gen. subjet. Αἰγύπτου Hdt.7.4, Κυπρίων Hdt.5.113, Μεσσηνίων Pl.Lg.777c, Ἰουδαίων I.BI 2.333, cf. 118, AI 17.250, Γερμανῶν I.BI 7.83.
2 medic. desprendimiento, separación τῆς ... σαρκὸς ἀ. ἀπὸ τοῦ ὀστέου Hp.Coac.491, ἡ ἀ. παρασχίδων ὀστέων Hp.Fract.24, cf. 26.
3 fig. abandono ἀσιτεῖ γ' εἰς ἀπόστασιν βίου ayuna para abandonar la vida E.Hipp.277, (θάνατος) δηλοῖ τὴν ἀπόστασιν τῆς ψυχῆς Clem.Al.Strom.4.22.141
•pérdida ἡ ... ἀφασία ἀ. ἐστι τῆς ... φάσεως S.E.P.1.192
•divorcio ἀποστάσεως βιβλίον libelo de repudio Origenes Comm.in Mt.14.22 (p.338.22), τὴν ἀπόστασιν τῆς μισουμένης γυναικός Vict.Mc.374.4
•holgura de un vendaje, Hp.Off.11
•jur. renuncia τῶν κτημάτων D.19.146.
II sin idea de mov.
1 distancia, separación entre cuerpos, de astros y cuerpos celestes δοκεῖ κυκλεῖσθαι (ἥλιον) διὰ τὴν ἀπόστασιν Placit.2.24.9 (= Xenoph.A 41a), cf. Hippol.Haer.1.7.6 (= Anaximen.A 7), τὰς (τῶν ἀστέρων) ἀποστάσεις ἀπὸ τῆς γῆς X.Mem.4.7.5, cf. Arist.Cael.291b8
•como determinante de la sombra αἱ τοῦ φωτὸς ἀποστάσεις τῶν σωμάτων Plu.2.936a
•gener. τῶν ἅλλων ἀφ' ἁμῶν Archyt.B 1, μορίων Arist.Aud.800b7, τὸ ἀσύμμετρον τῶν μορίων, ὡς πρὸς τὴν ἀπόστασιν τῆς μήτρας lo desproporcionado de las partes en relación a su distancia de la matriz Chrysipp.Stoic.2.213, μετεωρότερος δ' ἐστὶ τῇ ἀπὸ τῆς γῆς ἀποστάσει τῶν σαύρων (el camaleón) levanta más del suelo que los lagartos Arist.HA 503a21, τῶν στρατοπέδων Plb.1.86.8, πρὸς λόγον ἑκάστου ... ἀ. τῇ βίᾳ τῶν ... ῥευμάτων la distancia entre cada uno (es) proporcional a la fuerza de las corrientes Plb.4.41.7, τῶν ἄκρων καὶ τῶν μέσων Aristid.Quint.77.15
•en giros ἐξ ἀποστάσεως desde cierta distancia de la utilidad de una espada, Plb.3.114.3, ἐν ἀποστάσει a cierta distancia de la colocación de las tropas, Plb.3.113.4, κατ' ἀποστάσεις a intervalos de luces, Hanno Peripl.13
•indicando relación entre magnitudes gradación de los ciclos de cada especie, Pl.R.546b, del calor τρίτη τις ἀ. ἀπὸ τοῦ πρώτου αὕτη καὶ γένεσις Thphr.Ign.43, τῶν ψυχόντων Gal.11.561.
2 fig. distancia, diferencia de los movimientos del alma, intervalo Pl.Ti.43d, del movimiento entre lo anterior y lo posterior ἡ τοῦ νῦν ἀ. la distancia a partir del instante Arist.Ph.223a8, cf. 223a5
•distancia, alejamiento αἱ (ἀρεταί) ... ἐν ἀποστάσει κεῖνται τῶν ἐντεῦθεν Porph.Sent.32, ἀ. τῶν ἀπροαιρέτων el alejamiento de lo extraño al albedrío Arr.Epict.4.4.39, de las almas respecto a Dios, Plot.5.1.1, respecto a lo inteligible y a la facultad intelectiva τοῦ νοητοῦ ἡ ἀ., τοῦ νοεῖν ἀ. Porph.Abst.1.41
•distancia, diferencia entre la vida del rey y la del tirano, Pl.R.587d, entre la felicidad de ambos, Pl.R.587e, καὶ ὄψει καὶ ἀκοῇ ... ἡμῶν ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀποστάσει ἧπερ ἀήρ τε ὕδατος ἀφήστεκεν y en cuanto a la vista y el oído ... existe entre ellos y nosotros la misma diferencia que hay entre el aire y el fuego Pl.Phd.111b, de lo derivado del Bien y respecto al Bien mismo, Plot.1.8.7.
III ret., cierto tipo de asíndeton o interrupción enfática para producir frases vivas y cortas, Aristid.Rh.1.462, Hermog.Id.1.10 (p.270), VS 492, Philostr.Ep.73.
IV bodega Philippid.15
•depósito, almacén Str.17.1.9, PLugd.Bat.20.25.4 (III a.C.), SB 9443.1.2 (II d.C.), POxy.2044.15 (VI d.C.).
V medic. absceso, apóstasis ἀπόστασιν ἐποίησε ἡ νοῦσος Hp.Oct.9.2, cf. Epid.1.6, 3.1.1, Aret.SA 1.7.5, SD 1.9.2, ἀ. πύου Hp.Art.69, Aret.SA 2.7.5, οὔσης τῆς ἀποστάσεως ... ἀπηλλοτριῶσθαι τοῦ δέρματος Aristid.Or.47.68.
VI gram. separación, asíndeton indicada por pron. ἡ ὑπερβολὴ τῆς πρὸ ὀλίγου ἀποστάσεως διὰ τῆς ἀντωνυμίας ἐπεδείκνυτο A.D.Pron.10.25, cf. Synt.105.20.
German (Pape)
[Seite 326] ἡ, das Abstehen: 1) der Abstand, der Zwischenraum, ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀποστάσει Plat. Phaed. 111 b u. öfter; τῶν ἀστέρων ἀπὸ τῆς γῆς Xen. Mem. 4, 7, 5; so ἐξ ἀποστάσεως, ἐν ἀποστάσει Pol. 3, 113. 114. – 2) Abfall, Plat. Legg. VI, 777 c; Thuc. 1, 57. 99 u. oft, u. Folgde; βίου, das Hinscheiden, Eur. Hipp. 277; κτημάτων, Verlust, Dem. 19, 146. – 3) Niederlage, Keller, Strabo 17 p. 794; Philippid. bei B. A. 80 durch οἴνου ἀποθήκη erkl.
French (Bailly abrégé)
ἀποστάσεως (ἡ) :
1 abandon, défection : ἀπό τινος ou τινος abandon du parti de qqn ; mais ἀπόστασις τινος défection consommée par qqn ; ἀπόστασις ξυμμαχίας THC désertion d'une alliance ; fig. ἀπόστασις βίου EUR action de quitter la vie;
2 distance, éloignement.
Étymologie: ἀφίστημι.
Russian (Dvoretsky)
ἀπόστᾰσις: ἀποστάσεως ἡ
1 отдаление, расстояние (τινος ἀπό τινος Xen.; ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀποστάσει Plat.): ἐξ ἀποστάσεως и ἐν ἀποστάσει Polyb. на расстоянии;
2 различие, разница (τινος πρός τι Plut.);
3 отложение, отпадение (τινος Thuc. и ἀπό τινος Her.);
4 прекращение (ἡ ἀφασία ἀ. ἐστι τῆς φάσεως Sext.): ἀ. βίου Eur. кончина, смерть; ἀ. κτημάτων Dem. утрата имущества;
5 восстание (ἀποστάσεις καὶ πόλεμοι Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόστᾰσις: ἀποστάσεως, ἡ, τὸ ἵστασθαι μακρὰν ἀπό τινος, ἑπομένως, Ι. ἀποστασία, ἐπανάστασις, ἀπό τινος Ἡρόδ. 3. 128· ἀπ. ἐγίγνετο ὁ αὐτ. 5, 35· τὴν Κυπρίαν ἀπ. πρῆξαι αὐτόθι 113· τὴν Αἰγύπτου ἀπ. παρασκευάσασθαι 7. 4· ἀπ. τῆς ξυμμαχίας Θουκ. 5. 81· ἀπ. πρός τινα ὁ αὐτ. 1. 75· διπλὴν ἀπόστασιν ἀποστήσεσθαι ὁ αὐτ. 3. 13· ἀπόστασιν τῶν Ἀθηναίων ἀντὶ ἀπόστασιν ἀπὸ τῶν Ἀθην., ὁ αὐτ. 8. 5, κτλ. 2) ἀποδημία ἀπό τινος, ἀσιτεῖ δὲ εἰς ἀπόστασιν βίου Εὐρ. Ἱππ. 277· ἀπ. τῶν κτημάτων Λατ. bonorum cessio, Δημ. 386. 12· τὸ ἀφίστασθαι, ἀπέχεσθαί τινος Σέξτ. Ἐμπ. Π. 1. 192, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 4. 4, 39. 3) ἀπόστασις, διάστημα, ἀφεστάναι τῇ αὐτῇ ἀπ. ᾗπερ... Πλάτ. Φαίδων 111Β· ἀπόστασιν ὅσην ἀφεστηκὼς γίγνεται ὁ αὐτ. Πολ. 587D, πρβλ. 546Β· ἐκ μικρᾶς ἀπ. Ἀριστ π. Ἀκουστ. 8. τῇ ἀπὸ τῆς γῆς ἀπ. ὁ αὐτ. Ἱστ. Ζ. 2. 11. 3· ἐκ τῶν ἀπ., κατὰ τὰς ἀποστάσεις αὐτῶν, ὁ αὐτ. π. Οὐρ. 2. 9, 3· κατὰ τὴν πρὸς τὸ νῦν ἀπ. ὁ αὐτ. Φυσ. 4. 14, 2: - ἐν τῇ Ρητορ. σχῆμα λόγου, καθ’ ὅ οἱ διάφοροι ἰσχυρισμοὶ εἶναι διακεκριμένοι ἀπ’ ἀλλήλων καὶ μεμονωμένοι, Φιλόστρ. 492, πρβλ. Ἀριστείδ. 1. 288. ΙΙ. μέρος ἔνθα τι εἶναι ἀποτεθειμένον, ἀποθήκη, Στράβ. 794, Φιλιππίδης ἐν «Μαστροπῷ» 1, Ἡρακλείδης Ποντικ. ἐν Προδρ. Ἑλλ. Βιβλιοθ. Κοραῆ. ΙΙΙ. Παρ’ ἰατρ. ἀπόστημα ἐξάγον πύον καὶ οὕτως ἐκκρῖνον τὰ ἐπιβλαβῆ ὑγρὰ ὅσα ἀφῆκεν ὁ πυρετός ἐν τῷ σώματι, κοιν. «ξεθύμασμα», Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Γ΄, 1083· πρβλ. ἀπόστημα. 2) ἐπὶ νόσων, μετάβασις ἀπὸ μιᾶς εἰς ἕτεραν, αὐτόθι Α΄, 944, πρβλ. Γ΄, 1059, καὶ ἴδε τὴν λέξιν μετάστασις.
Greek Monotonic
ἀπόστᾰσις: ἀποστάσεως, ἡ (ἀφίσταμαι), το να στέκεται κάποιος μακριά από κάτι, και συνεπώς·
1. επανάσταση, εξέγερση, ανταρία, ἀπό τινος ή τινος, σε Ηρόδ., Θουκ.· πρός τινα, σε Θουκ.
2. αναχώρηση από, βίου, σε Ευρ.
3. απόσταση, διάστημα, σε Πλάτ.
Middle Liddell
[ἀφίσταμαι]
a standing away from, and so,
1. a defection, revolt, ἀπό τινος or τινος Hdt., Thuc.; πρός τινα Thuc.
2. departure from, βίου Eur.
3. distance, interval, Plat.
English (Woodhouse)
betrayal, defection, difference, distance, interval, rebellion, revolt
Mantoulidis Etymological
(=ἐπανάσταση, ἀπόσταση). Ἀπό τό ρῆμα ἀφίσταμαι (ἀπό + ἵσταμαι). Δές γιά περισσότερα παράγωγα στό ρῆμα ἵστημι. Ἡ λέξη: ἀπόστασις παράγεται ἀπό τό: ἀποστάτης ἀπό ὅπου καί οἱ λέξεις: ἀποστασία, ἀποστατέω, ἀποστατέον, ἀποστατήρ, ἀποστάτησις, ἀποστατικός.
Lexicon Thucydideum
defectio, revolt, 1.57.4, 1.57.6, 1.75.4, 1.99.1. 1.122.1, 3.2.1, 3.2.3. 3.5.4. 3.9.2, 3.13.1. Ibid. in the same place 3.5.2, 3.35.1, 3.36.2,
Ibid. in the same place 3.39.2, 3.47.3, 3.50.1. 4.80.1. 4.122.6. 4.130.7, 6.5.3. 8.5.1,
ab Atheniensibus, by the Athenians. 8.5.2, 8.23.4. 8.23.6. 8.24.5, 8.32.3. 8.60.1.
abscessio, departure, revolt, 5.81.1.
Translations
abscess
Arabic: دُمَّل, خُرَاج, خُرَّاج; Armenian: թարախակույտ, պալար; Bashkir: шеш, шешек; Belarusian: гнайні́к, верад, нарыў, абсцэс; Bulgarian: абсцес, цирей; Catalan: abscés; Cherokee: ᏚᏍᏗ; Chinese Mandarin: 膿腫, 脓肿; Czech: absces, hnisavý vřed; Dutch: abces, etterbuil, ettergezwel; Esperanto: absceso; Finnish: paise, märkäpesäke, absessi; French: abcès; Georgian: აბსცესი; German: Abszess, Eiterbeule; Greek: απόστημα; Ancient Greek: αἰγίλωψ, ἀπόσκημμα, ἀπόσκηψις, ἀπόστασις, ἀπόστημα, δοθιήν, δοθιών, ἐμπύημα, ἔμπυον, ἐμπύωμα, ἐναπόσκηψις, τὸ ἔμπυον; Haitian Creole: apse; Hindi: विद्रधि; Hungarian: tályog, kelés; Icelandic: kýli; Ido: abceso; Indonesian: abses; Interlingua: abscesso; Irish: easpa; Italian: ascesso; Japanese: 膿瘍, 腫れ物; Kazakh: іріңдік; Korean: 농양(膿瘍); Latin: vomica; Malay: bisul, abses; Malayalam: കുരു; Maltese: pustuletta; Maori: tāpoa, whēwhē, maiao, tuma; Norman: abcès; Norwegian Bokmål: abscess, byll, verkebyll; Persian: دمل, آبسه; Plautdietsch: Schwäa; Polish: ropień inan, absces; Portuguese: abscesso; Romanian: abces; Russian: гнойник, гнойничок, нарыв, абсцесс; Scottish Gaelic: neasgaid; Serbo-Croatian: čȉr, apsces; Spanish: absceso, flemón; Swedish: abscess; Tagalog: naknak; Turkish: apse; Ukrainian: гнійник, гнояк, гноянка, нарив, абсцес; Vietnamese: áp-xe; Welsh: crawniad; Westrobothnian: burning, bód; Yiddish: געשוויר
departure
Arabic: رَحِيل, مُغَادَرَة; Armenian: մեկնում; Azerbaijani: gediş; Belarusian: адпраўленне, выезд, ад'езд, вылет; Bulgarian: заминаване, тръгване; Chinese Mandarin: 出發/出发, 離開/离开; Czech: odchod, odjezd, odlet; Danish: afgang, afrejse, udsejling; Dutch: vertrek; Esperanto: disiĝo foriro; Finnish: lähtö; French: départ; Galician: ida, saída, partida; Georgian: გამგზავრება; German: Abfahrt, Abreise, Abflug; Gothic: 𐌿𐍂𐍂𐌿𐌽𐍃, 𐌳𐌹𐍃𐍅𐌹𐍃𐍃; Greek: αναχώρηση; Ancient Greek: ἀνάλυσις, ἀνάστασις, ἀπαλλαγή, ἀπανάστασις, ἄπαρσις, ἄπιξις, ἀπόβασις, ἄποδος, ἀποπορεία, ἀποστασία, ἀπόστασις, ἀποχώρησις, ἄφιξις, ἄφοδος, ἔκβασις, ἔξοδος, μεταχώρησις, παροίχησις, χωρισμός; Hebrew: הַפְלָגָה; Hindi: प्रस्थान; Hungarian: távozás, indulás; Icelandic: brottför; Indonesian: keberangkatan; Italian: partenza; Japanese: 出発, 発車; Korean: 출발(出發); Latin: abitus, itus, abitio, egressus; Macedonian: заминување; Malay: perlepasan; Maori: wehenga, haerenga; Norwegian Bokmål: avgang, avreise; Nynorsk: avgang, avreise; Persian: عزیمت; Portuguese: partida; Quechua: lluqsi; Romanian: plecare; Russian: отправление, выезд, отъезд, вылет; Slovene: odhod; Spanish: salida, partida; Swedish: avgång, avfart, avfärd; Telugu: పోకడ; Tocharian B: lalñe; Ukrainian: відправлення, виїзд, від'ї́зд, виліт; Vietnamese: sự rời khỏi, sự ra đi; Yiddish: אַוועקפֿאָר
divorce
Albanian: divorc; Arabic: طَلَاق, تَطْلِيق, خُلْع; Hijazi Arabic: طلاق; Armenian: ամուսնալուծություն, ապահարզան; Assyrian Neo-Aramaic: ܕܘܼܠܵܠܵܐ; Asturian: divorciu; Azerbaijani: boşanma; Belarusian: развод; Bulgarian: развод; Catalan: divorci; Chinese Cantonese: 離婚/离婚; Mandarin: 離婚/离婚; Czech: rozvod; Danish: skilsmisse; Dutch: echtscheiding; Esperanto: divorco, eksgeedziĝo; Estonian: abielulahutus, lahutus; Faroese: hjúnaskilnaður; Finnish: avioero; French: divorce; Galician: divorcio; Georgian: გაყრა, განქორწინება; German: Scheidung, Ehescheidung; Gothic: 𐌰𐍆𐍃𐍄𐌰𐍃𐍃; Greek: διαζύγιο; Ancient Greek: ἀναπομπή, ἀπαλλαγή, ἀποζυγή, ἀποκοπή, ἀπόπεμψις, ἀποπομπή, ἀποστάσιον, ἀπόστασις, ἄφεσις, διάζευξις, διαζυγή, διαζύγιον, διακοπή, διάλυσις, διάλυσις γάμου, διάλυσις τοῦ γάμου, διαστάσιον, διάστασις, διαχωρισμός, διέσιον, δίεσις, ἐκβολή, ἐκπομπά, ἐκπομπή, ἐξεσίη, ἔξεσις, ἔξοδος, λύσις γάμου, ῥεπούδιον, χήρευσις, χωρισμός; Hebrew: גירושין \ גֵּרוּשִׁין; Hindi: तलाक़, तलाक, त्याग, स्त्रीपुरुषविच्छेद, विवाहविच्छेद, विच्छेदन; Hungarian: válás; Icelandic: skilnaður, hjónaskilnaður; Ido: divorco, desmariajo; Indonesian: perceraian; Irish: colscaradh, idirscaradh; Italian: divorzio; Japanese: 離婚; Kazakh: ажырасу; Khmer: ការលែងលះ; Korean: 이혼(離婚), 리혼(離婚); Kurdish Central Kurdish: تەلاق; Northern Kurdish: telaq; Kyrgyz: ажырашуу; Lao: ການຢ່າ; Latin: divortium; Latvian: šķiršanās; Lithuanian: skyrybos, ištuoka; Luxembourgish: Scheedung; Macedonian: развод; Malay: perceraian; Marathi: घटस्फोट, काडीमोड, वेगळेहोणे; Mongolian Cyrillic: салалт; Navajo: ałtsʼááʼítʼaash; Ngazidja Comorian: twalaka; Norwegian Bokmål: skilsmisse; Nynorsk: skilsmisse; Occitan: divòrci; Old English: āsyndrung, hīwgedāl; Pashto: پرېژه, طلاق; Persian: طلاق; Plautdietsch: Ehescheiden, Scheedunk; Polish: rozwód; Portuguese: divórcio, separação; Romanian: divorț, despărțire; Russian: развод, расторжение брака; Sanskrit: विच्छेदन, त्याग, स्त्रीपुरुषविच्छेद, विवाहविच्छेद; Scottish Gaelic: sgaradh-pòsaidh, eadar-ghearradh; Serbo-Croatian Cyrillic: развод, бракоразвод, ра̑става; Roman: rázvod, brakorázvod, rȃstava; Slovak: rozvod; Slovene: ločitev; Spanish: divorcio; Swahili: talaka; Swedish: skilsmässa, äktenskapsskillnad; Tagalog: diborsiyo; Tajik: талоқ; Tarifit: uruf; Tatar: аерылышу; Telugu: విడాకులు; Thai: การหย่าร้าง, การหย่า; Turkish: boşanma; Ukrainian: розлучення, розірвання шлюбу; Urdu: طلاق; Uzbek: qoʻydi-chiqdi; Vietnamese: ly hôn; Volapük: matiteil; Welsh: ysgariad, ysgariadau
distance
Afrikaans: afstand; Albanian: distancë, largesë; Arabic: بُعْد, مَسَافَة; Egyptian Arabic: بعد; Armenian: հեռավորություն; Assamese: দূৰৈ, দূৰতা, দূৰত্ব; Azerbaijani: ara, məsafə; Bashkir: ара; Basque: distantzia; Belarusian: дыстанцыя, адлегласць; Bengali: দূরত্ব; Breton: pellder; Bulgarian: разстояние, дистанция; Burmese: အကွာအဝေး; Catalan: distància; Central Melanau: gai; Chinese Cantonese: 距離, 距离; Mandarin: 距離, 距离, 距; Czech: vzdálenost; Danish: afstand; Dutch: afstand, eind; Esperanto: distanco, malproksimo; Estonian: kaugus; Finnish: etäisyys, matka, välimatka; French: distance; Galician: distancia; Georgian: დაშორება, მანძილი, სიშორე, დისტანცია; German: Distanz, Abstand, Entfernung; Greek: απόσταση, διάστημα; Ancient Greek: ἀπόβασις, ἀποδιάστασις, ἀποστασία, ἀπόστασις, ἀπόστημα, ἀποχή, δίαρμα, διάστασις, διάστημα, διάχωρον, διοχή, ἔξαλμα; Haitian Creole: distans; Hebrew: מֶרְחָק; Hindi: दूरी, फ़ासला, फासला; Hungarian: táv, távolság; Icelandic: fjarlægð; Indonesian: jarak; Ingrian: etähäisys, matka; Interlingua: distantia; Irish: achar; Italian: distanza; Japanese: 距離; Javanese: elet; Kazakh: арақашықтық, қашықтық, ара; Khmer: ចម្ងាយ; Korean: 거리(距離); Kyrgyz: аралык, ара; Ladino: distansya, lungure; Lao: ໄລຍະຫ່າງ, ຊົ່ວຣະຍະ; Latin: distantia; Latvian: atstatums, attālums; Lithuanian: distancija, atstumas, nuotolis; Macedonian: дистанца, далечина, оддалеченост, растојание, раздалеченост; Malay: jarak; Malayalam: അകലം, ദൂരം; Maori: mataratanga, nehe; Mongolian Cyrillic: зай; Nahuatl: kalkayotl; North Frisian: fiirense; Norwegian Bokmål: avstand; Nynorsk: avstand; Occitan: distància; Old English: feornes; Pashto: واټن; Persian Dari: دُورِی, فَاصِلَه, فَاصْلَه, مَسَافَت; Iranian Persian: دوری, فَاصِلِه, مَسافَت; Polish: dystans, droga, odległość; Portuguese: distância; Romanian: distanță, depărtare; Russian: расстояние, дистанция, отдалённость; Sanskrit: दूरम्; Scottish Gaelic: eadar-dhealachadh; Serbo-Croatian Cyrillic: даљѝна, у̀да̄љено̄ст; Roman: daljìna, ùdāljenōst; Shan: ၶၢဝ်းတၢင်း; Slovak: vzdialenosť; Slovene: oddaljenost, razdalja; Spanish: distancia; Sundanese: anggang; Swahili: umbali; Swedish: distans, avstånd; Tagalog: agwat; Tajik: масофа, дурӣ, фосила, байн; Tatar: ара; Thai: ระยะห่าง, ระยะทาง; Tibetan: ལམ་ཐག, རྒྱང་ཐག, ཐག; Turkish: ara, mesafe; Turkmen: aralyk; Ukrainian: дистанція, ві́ддаль, віддалення, ві́дстань; Urdu: دُوری, فاصِلَہ, فاصَلَہ, مَسافَت; Uyghur: ئارىلىق, مۇساپە; Uzbek: masofa, oraliq; Vietnamese: khoảng cách; Zulu: ibanga, iduze, ubude