Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut
οη ασθένεια ειλεός τών κτηνών.[ΕΤΥΜΟΛ. < άλογο + στροφός].